Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



ἠρχίσαμεν


Ερμηνεία:

[α΄πρόσωπο πληθυντικού αορίστου του ρ. ἀρχίζω (ξεκινώ να κάνω κάτι, κάνω την αρχή ή την έναρξη)]



Ετυμολογία:

[< (Όμηρ.) ἄρχω (προηγούμαι , είμαι οδηγός, αρχίζω, αρχινώ) < (Όμηρ) ἀρχή (ἐξ ἀρχής) < Μεσαιων. ἀρχίζω]…

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

 ... εἰς τὸ «Κοκκινέλι», τὸν Πήγασόν μου, καὶ ἠρχίσαμεν ν᾿ ἀνερχώμεθα τὸ βουνόν.[Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι (1907)]



Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.: